Τι είναι Ψυχοθεραπεία;

Ψυχοθεραπεία και προσωπική ανάπτυξη

 

Ψυχοθεραπεία, ψυχανάλυση και « πάω στον  ψυχολόγο» είναι εκφράσεις που χρησιμοποιούνται με παρόμοιο τρόπο. Ωστόσο, η τελευταία λέει απλώς ότι κάποιος πληρώνει έναν επαγγελματία για να  του μιλήσει. Δεν σημαίνει πάντα ότι κάνουν ψυχοθεραπεία, δηλαδή μια θεραπευτική μέθοδο που βασίζεται σε συγκεκριμένες αρχές και τεχνικές.

       Οι ψυχολόγοι εκπαιδεύονται στο να μετρούν και να κατηγοριοποιούν τα ανθρώπινα συναισθήματα και την συμπεριφορά, και να δίνουν εξηγήσεις γι αυτό που παρατηρούν. Αυτές οι εξηγήσεις είναι, σύμφωνα με το πνεύμα των καιρών, κυρίως χημικές, γενετικές ή κοινωνικές. Ωστόσο, έχουν συνήθως και ημερομηνία λήξης. Ειδικά, οι ιδέες για το πώς οι κοινωνικές συνθήκες αποδίδουν διαταραγμένα συναισθήματα ή αλλοιωμένη συμπεριφορά αλλάζουν συνεχώς, και πολλές αγαπημένες πεποιθήσεις θα πρέπει να εγκαταλειφθούν. Αλλά ακόμη και οι απαρχαιωμένες πεποιθήσεις μπορεί να συνεχίσουν να κυριαρχούν στις γνώμες των δημοσιογράφων ή των «λαϊκών» συμβούλων ψυχικής υγείας. Επιπλέον, το ερώτημα τι πρέπει να θεωρηθεί ως «διαταραγμένα συναισθήματα» ή «διαταραγμένη συμπεριφορά» αλλάζει με την πάροδο των καιρών και τελευταία όχι για καλό.

     Οι ψυχολόγοι έχουν μια γενικότερη εικόνα για το πώς ταξινομούνται τέτοιες καταστάσεις, πώς αλλάζουν, πώς εξηγούνται και έχουν μιαν ιδέα για το πώς θα μπορούσαν να αντιμετωπιστούν. Ωστόσο, η απόκτηση μιας περίπλοκης ψυχοθεραπευτικής τεχνικής δεν είναι μέρος της εκπαίδευσης των ψυχολόγων. Μαθαίνουν κάποιες βασικές αρχές. Αυτό συχνά είναι αρκετό για την αντιμετώπιση πολλών καθημερινών προβλημάτων, ωστόσο για περίπλοκες θεραπευτικές διαδικασίες φαίνεται πως δεν είναι πολύ αποτελεσματικό. Παρόμοια, όπως για παράδειγμα το να ξέρει πώς να χειρίζεται κάποιος το σφυρί, τα καρφιά, το αλφάδι και το μυστρί και να έχει και τούβλα ,δεν σημαίνει πως μπορεί και να ανακαινίσει ένα σπίτι.

Η ψυχοθεραπεία ως μέθοδος ,είναι μια πιο περίτεχνη διαδικασία από την επισκευή ενός σπασμένου παραθύρου. Πρέπει να είναι κάποιος εκπαιδευμένος ψυχοθεραπευτής για να το κάνει. Πολλοί ψυχολόγοι έχουν αυτήν τη γνώση και την εκπαίδευση. Η μεταξύ τους διαφορά έγκειται στη μέθοδο που χρησιμοποιούν.

 

Ο μύθος της χημικής θεραπείας

Η «χημική διόρθωση» μιας ψυχολογικής δυσλειτουργίας βρίσκεται στα χέρια των ψυχιάτρων. Ωστόσο, και εκεί οι θεωρίες αλλάζουν με τον χρόνο.     Για παράδειγμα, η υπόθεση ότι η κατάθλιψη και το άγχος προκαλούνται από την έλλειψη σεροτονίνης στον εγκέφαλο είχε αμφισβητηθεί από την αρχή, και κανένας σοβαρός επιστήμονας δεν υποστηρίζει πλέον αυτήν την ιδέα. Φαίνεται να είναι μια ξεπερασμένη υπόθεση.[1] Αυτό δεν σημαίνει ότι η τάξη των Εκλεκτικών αναστολέων επαναπρόσληψης σεροτονίνης (Selective Serotonin Reuptake Inhibitors = SSRI) δεν λειτουργεί. Για παράδειγμα, αν κάποιος είναι κοινωνικά ντροπαλός ή κομπλεξικός, ένα ποτήρι κρασί μπορεί να χαλαρώσει αυτό το άτομο. Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει ότι υπάρχει έλλειψη αλκοόλ στον εγκέφαλο. Η άλλη, πιο συχνά χρησιμοποιούμενη μεταφορά στην ψυχιατρική είναι ότι εάν η παρακεταμόλη (Depon) βοηθάει στην μείωση του πονοκεφάλου, αυτό δεν σημαίνει ότι ο πόνος προκαλείται από έλλειψη παρακεταμόλης στον εγκέφαλο. Έτσι θα μπορούσαμε να εξηγήσουμε την επίδραση πολλών ψυχοφαρμάκων. Επιπλέον, το μακροχρόνιο αποτέλεσμα των SSRI δεν είναι μεγάλο[2]. Ωστόσο, συνταγογραφούνται σε εκατομμύρια ανθρώπους, αν και συχνά είναι δύσκολο να διακοπούν. Χορηγούνται επίσης σε ηλικιωμένους, ενώ τείνουν να έχουν σοβαρές παρενέργειες. Δίνονται επειδή οι άνθρωποι υποφέρουν και δεν φαίνεται να υπάρχει άλλη θεραπευτική επιλογή, παρόλο που μια κατάλληλη ψυχοθεραπεία είναι εξίσου αποτελεσματική.  Σε αυτήν την περίπτωση είναι πολύ σημαντικό να διακρίνουμε τους θεραπευόμενους που μια ψυχοθεραπευτική προσέγγιση θα ήταν η κατάλληλη ή ακόμη και η καλύτερη επιλογή, από τις περιπτώσεις αυτών που λόγω σοβαρών ψυχοπαθολογικών ζητημάτων μια φαρμακευτική θεραπεία είναι αναπόφευκτη. Αλλά και σε αυτές τις περιπτώσεις μια συνδυαστική αντιμετώπιση, δηλαδή φραμακευτική θεραπεία και ψυχοθεραπεία παράλληλα οδηγεί σε καλύτερα αποτελέσματα και σε ορισμένες περιπτώσεις ακόμη και στην διακοπή των φαρμάκων.

 

Τι είναι ψυχοθεραπεία και τι ψυχανάλυση;

Μια καλή μετάφραση του όρου ψυχοθεραπεία είναι:

Η ψυχοθεραπεία είναι ένας γενικός όρος που χρησιμοποιείται για να περιγράψει τη διαδικασία θεραπείας ψυχολογικών διαταραχών και ψυχικής δυσφορίας μέσω της χρήσης λεκτικών και ψυχολογικών τεχνικών. Κατά τη διάρκεια αυτής της διαδικασίας, ένας εκπαιδευμένος ψυχοθεραπευτής βοηθά τον πελάτη να αντιμετωπίσει συγκεκριμένα ή γενικά προβλήματα, όπως μια συγκεκριμένη ψυχική ασθένεια ή μια στρεσογόνα κατάσταση της ζωής του.[3]

     Έτσι, η ψυχοθεραπεία είναι η προσπάθεια βελτίωσης της ψυχικής υγείας των ανθρώπων, που υποφέρουν χωρίς να λάβουν φαρμακευτική αγωγή ή συνδυαστικά με μια θεραπευτική αγωγή. Το θεραπευτικό μέσο είναι η επικοινωνία. Αυτό ακούγεται απλό, αλλά δεν είναι. Εάν κάποιος έχει ένα πρόβλημα π.χ. κατάθλιψη, συχνά δεν βοηθάει ιδιαίτερα να μιλάει γι αυτά τα προβλήματα. Μπορεί να κάνει την κατάσταση χειρότερη, ιδιαίτερα εάν δεν μπορούν τα ζητήματά του να επιλυθούν. Τέτοιες καταστάσεις χρειάζονται μιαν εντελώς διαφορετική στρατηγική.

     Μια τυπική εσφαλμένη προσδοκία των ασθενών, όταν πηγαίνουν στον ψυχολόγο, είναι ότι η ψυχοθεραπεία είναι η παροχή μιας συμβουλής που θα λύσει (όλα) τα προβλήματα. Τέτοιου είδους συμβουλές σχεδόν ποτέ δεν βοηθάνε. Δηλαδή, η ψυχοθεραπεία δεν είναι απλώς μια «ομιλητική θεραπεία». Πρόκειται για πολύ συγκεκριμένες τεχνικές και δεξιότητες για την βελτίωση μιας συγκεκριμένης κατάστασης της ζωής.

Θα μπορούσε κανείς να πει ότι η ψυχοθεραπεία ξεκινά με την ψυχανάλυση του Sigmund Freud που χρονολογείται από τις αρχές του 20ού αιώνα. Η ψυχανάλυση είναι μια αυστηρή και ιδιαίτερα εξελιγμένη μέθοδος, βασισμένη στην τεχνική του ελεύθερου συνειρμού για να διαλύσει ορισμένα νευρωτικά μοτίβα. Ήδη ο Freud τόνισε ότι για να δουλέψει με νευρώσεις ο θεραπευτής, πρέπει να είναι  υψηλών προσόντων και καλά εκπαιδευμένος.  Διαφορετικά, θα ζήσει τις δικές του νευρώσεις στο θεραπευτικό πλαίσιο.

       Η ψυχανάλυση είναι μια χρονοβόρα μέθοδος και σπάνια εφαρμόζεται πλέον στην αρχική της μορφή. Ο λόγος είναι πως σε σχέση με άλλες μεθόδους ψυχοθεραπείας, είναι μια μεγάλη επένδυση από άποψη χρόνου και χρήματος. Ωστόσο, η ψυχανάλυση έθεσε τη βάση για την δημιουργία πολλών νέων θεραπευτικών προσεγγίσεων. Οι περισσότερες μέθοδοι που προκύπτουν από αυτό το κύμα ψυχοθεραπείας (Ψυχόδραμα, Γκεσταλτ, Προσωποκεντρική) ανήκουν στις  ανθρωπιστικές ψυχοθεραπείες και ονομάζονται άλλωστε και βιωματικές θεραπείες. Η προσέγγισή τους βασίζεται στην υπόθεση ότι ο καλύτερος τρόπος για τη βελτίωση μιας δυσλειτουργικής κατάστασης είναι η εσωτερική ανάπτυξη. Αυτό σημαίνει πως τα άτομα μπορούν να κατανοούν και να αναγνωρίζουν τις πραγματικές συνθήκες και τους περιορισμούς της ζωής τους, να βρίσκουν τις εσωτερικές πηγές και δυνάμεις τους. Στη συνέχεια μπορούν να αναπτύσσουν στρατηγικές για μια πιο υγιή, γεμάτη και πιο ολοκληρωμένη ζωή. Έχοντας πρόσβαση στις δυνάμεις του, ένας άνθρωπος είναι σε καλύτερη θέση να βρει λύσεις για την ζωή του. 

     Οι βιωματικές θεραπείες τονίζουν την ατομική ευθύνη σε αυτήν τη διαδικασία και αυτή με τη σειρά της υποστηρίζει την ικανότητα αλλαγής.

Αυτή η θεραπευτική διαδικασία έρχεται σε αντίθεση με την κοινή λογική πως πρέπει να λύσουμε ένα πρόβλημα και επίσης σε αντίθεση με άλλες θεραπευτικές τεχνικές.

    Οι περισσότερες μέθοδοι που χρησιμοποιούνται σήμερα έχουν ένα διαφορετικό στόχο. Ανήκουν στις συμπεριφορικές θεραπείες, από τις οποίες η γνωστική συμπεριφορική θεραπεία (ΓΣΘ), στην αγγλική ορολογία ως Cognitive Behavioral Therapy (CBT) είναι η πιο γνωστή. Χρονολογούνται από τον Ψυχολόγο B.F. Skinner [4] που μελετούσε τη συμπεριφορά των αρουραίων σε κλουβιά και λαβύρινθους. Τους εκπαίδευε σε διαφορετικές συμπεριφορές μέσω της ανταμοιβής και της τιμωρίας. Αυτή είναι κατά κάποιο τρόπο η βάση πολλών σύγχρονων προσεγγίσεων στην ψυχοθεραπεία. Ορίζουν ένα πρόβλημα και προσπαθούν να το διορθώσουν με κάποιες συμπεριφορικές στρατηγικές και τεχνικές. Αυτό είναι αρκετά αποτελεσματικό σε κάποιες περιπτώσεις, όπως η διαχείριση του πόνου[5], η ανακούφιση των συμπτωμάτων κατάθλιψης, η διαταραχή μετατραυματικού στρες ή η διακοπή του καπνίσματος. Παρόλο που οι συμπεριφορικές τεχνικές παίζουν ρόλο σε κάθε ψυχοθεραπευτική προσπάθεια, μόλις τα πράγματα γίνονται πιο περίπλοκα, οι γνωστικές θεραπείες δεν τείνουν να είναι πια τόσο αποτελεσματικές. Γι αυτό η ΓΣΘ δεν είναι ο παίκτης που αλλάζει το παιχνίδι, όπως λέγεται στον αθλητισμό. Για παράδειγμα, η ενθάρρυνση των ατόμων με παχυσαρκία και οι προσπάθειες στήριξης για να χάσουν κιλά ή να νιώσουν ευθυμία τα άτομα με κατάθλιψη μέσω απλών τεχνικών τείνει να λειτουργεί μόνο επιφανειακά.

Ο παρακάτω διάλογος είναι μέρος μιας συνομιλίας με μια 21χρονη φοιτήτρια που ήταν σε ψυχοθεραπεία για το άγχος της και την αυξανόμενη κατάθλιψή της. Προφανώς βρισκόταν σε μια υπαρξιακή κρίση ως προς τον ρόλο της ως γυναίκα, τον επαγγελματικό της προσανατολισμό και τη γενικότερη κοινωνική εξέλιξη (πανδημία, κλιματική κρίση). Τέτοια προβλήματα είναι αρκετά συνηθισμένα στην ύστερη εφηβεία, καθώς οι νέοι πρέπει να ανακαλύψουν ποιοι πραγματικά είναι. Πρέπει να βρουν τον δικό τους δρόμο στη ζωή.

Ρώτησα αυτήν τη φοιτήτρια για την ψυχολογική  υποστήριξη που της παρέχεται.

-«Κάνω ψυχοθεραπεία.»

-« Τι κάνετε; »

-« Συζητάμε. »

-« Ποια μέθοδο χρησιμοποιείτε; »

-« Προσπαθούμε να αντικαταστήσουμε αρνητικές σκέψεις με θετικές. »

     Μια τέτοια προσπάθεια αντικατάστασης μιας ανεπιθύμητης συμπεριφοράς με μια επιθυμητή, σε τέτοιες περιπτώσεις συχνά δεν λειτουργεί και μπορεί να είναι επιβλαβής, όπως στην περίπτωση της φοιτήτριας. Ο θεραπευόμενος έχει την εντύπωση ότι είναι ανίκανος να διαμορφώσει τη ζωή του, καθώς δεν είναι σε θέση να εφαρμόσει τη «θεραπευτική συμβουλή». Δημιουργείται στον θεραπευόμενο ένα αίσθημα ματαιότητας, που οδηγεί σε περισσότερο άγχος ή κατάθλιψη χωρίς να μειώνεται η συναισθηματική ένταση. Σε μια τέτοια περίπτωση είναι σημαντικό να δουλεύουμε με τα υπαρξιακά προβλήματα και να δίνουμε σημεία αναφοράς. Τότε ο θεραπευόμενος είναι σε θέση να βρει τον δικό του τρόπο αντιμετώπισης. 

Πρώτης και δεύτερης τάξης θεραπεία

Για να κατανοήσουμε καλύτερα τη διαδικασία μιας εσωτερικής αλλαγής, μπορούμε να διακρίνουμε μια θεραπεία πρώτης τάξης από μια θεραπεία δεύτερης τάξης.

       Μια θεραπεία πρώτης τάξης είναι η προσπάθεια αλλαγής ενός συγκεκριμένου προβλήματος ή συμπτώματος χωρίς προσπάθεια αλλαγής του πλαισίου που δημιουργεί το πρόβλημα/σύμπτωμα. Η δυσκολία με αυτήν την προσέγγιση είναι ότι τα προβλήματα/συμπτώματα τείνουν να επανεμφανίζονται ή άλλα προβλήματα/συμπτώματα εμφανίζονται, εφόσον η γενική κατάσταση παραμένει αμετάβλητη. Ο Warren Buffet, ένας από τους πιο επιτυχημένους επιχειρηματίες, είπε κάποτε ότι τα προβλήματα (σε μια επιχείρηση) είναι σαν τις κατσαρίδες. Δεν θα βρείτε ποτέ μόνο μία. Η προσπάθεια επίλυσης ενός μεμονωμένου προβλήματος χωρίς κατανόηση της υποβόσκουσας δυσλειτουργίας ολόκληρου του συστήματος/επιχείρησης, δεν λειτουργεί.

     Για παράδειγμα: Στο άγχος, οι μέθοδοι χαλάρωσης για την καταπολέμηση του στρες είναι χρήσιμες. Ωστόσο, αυτή η πρακτική από μόνη της δεν είναι βιώσιμη, καθώς οι συνθήκες που προκαλούν άγχος δεν έχουν επιλυθεί. Είτε πρέπει να υπάρξει αλλαγή στις περιστάσεις είτε στον τρόπο επεξεργασίας των περιστάσεων. Κυρίως και τα δύο είναι απαραίτητα. Πώς όμως να γίνει αυτό με μια απλή συμβουλή ή ένα απλό κόλπο αλλαγής συμπεριφοράς; Επιπλέον, πώς μπορούν οι θεραπευτές να γνωρίζουν τι είναι καλύτερο για τους θεραπευόμενους;

Είναι απλό, δεν μπορούν.

       Οι θεραπευτές δεν είναι σοφοί ή ανώτεροι άνθρωποι. Έχουν τα δικά τους προβλήματα. Ως θεραπευτές, συχνά αντιμετωπίζουμε θεραπευόμενους με προβλήματα που μοιάζουν με τα δικά μας. Εάν εμείς έχουμε μια λύση γι αυτά, μας βοηθάει να τους επιβεβαιώσουμε πως υπάρχει λύση, πως υπάρχει η δυνατότητα αλλαγής. Όμως, κατά κανόνα δεν τους βοηθάει η λύση μας. 

       Η θεραπεία δεύτερης τάξης προσπαθεί να αλλάξει την δομή, προκαλώντας ή φέρνοντας στην επιφάνεια ένα πρόβλημα/σύμπτωμα. Στο άγχος, οι μέθοδοι χαλάρωσης ή η ενασχόληση με το άγχος μπορεί να παίζουν ρόλο, αλλά όχι απαραίτητα. Ενδέχεται να εργαστούμε με θέματα που συχνά δεν σχετίζονται καθόλου με το προφορικό πρόβλημα (π.χ. άγχος, κατάθλιψη).

     Μια στρατηγική είναι ο εντοπισμός των θεραπευτικών πόρων, τα εσωτερικά κίνητρα ή τα ξεχασμένα όνειρα. Αυτή είναι μια υπαρξιακή στάση που μπορεί να φέρει στο προσκήνιο μια μεγάλη θεραπευτική δύναμη. Ένα ερώτημα που ανοίγει τον εσωτερικό χώρο είναι «Φανταστείτε ότι είστε 70 και κοιτάζετε πίσω τη ζωή σας: τι είδους ζωή θα θέλατε να είχατε ζήσει;»

Όσο υπάρχει εσωτερικός χώρος, υπάρχει κίνητρο, δημιουργικότητα, επιθυμία για ζωή. Η προσπάθεια να λύσουν προβλήματα συχνά οδηγεί στο αντίθετο.

     Συχνά, η πρώτη ερώτηση των θεραπευόμενων είναι: Τι πρέπει να κάνω για να διορθώσω το πρόβλημα; Φυσικά, όταν κάποιος αντιμετωπίζει προβλήματα ή είναι σε κρίσιμη κατάσταση υπάρχει ανάγκη για μια γρήγορη και άμεση επίλυση. Ωστόσο, έρχεται σε εμάς, γιατί ό,τι έκανε στο παρελθόν δεν λειτούργησε. Αυτό σημαίνει πως μάλλον ούτε μια άλλη στρατηγική δεν θα είναι αποτελεσματική εάν δεν ενεργοποιήσουμε τις εσωτερικές δυνάμεις του θεραπευόμενου. Πρέπει να κάνουμε ουσιαστική δουλειά και οι γρήγορες προσπάθειες κατά κανόνα την εμποδίζουν. Αυτό σημαίνει, πως πρέπει να καταλάβουμε πρώτα το σύμπτωμα/πρόβλημα στο σύνολό του, με όλες τις διακλαδώσεις και τις πηγές του.

Ένας θεραπευτικός κανόνας λέει: Όσο περισσότερο προσπαθείς να αλλάξεις, τόσο περισσότερο μένεις ο ίδιος. Μόνο αν αποδεχτείς το πώς είσαι πραγματικά, η αλλαγή είναι δυνατή.

   Μια άλλη μέθοδος για βραχυπρόθεσμες, μεσοπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες τεχνικές αντιμετώπισης καταστάσεων, είναι η φροντίδα του σώματος και του τρόπου λειτουργίας του. Δεν υπάρχει καλύτερη αγχολυτική και αντικαταθλιπτική θεραπεία από τη σωματική άσκηση,  τον καλό ύπνο και μιαν υγιεινή διατροφή. Η υποστήριξη αυτών των τριών πυλώνων της υγείας είναι μια τέλεια ψυχοθεραπεία. Είναι αρκετά φθηνή, αποτελεσματική και βιώσιμη. Αυξάνει το κίνητρο και την αυτοεκτίμηση. Εδώ οι τεχνικές της ΓΣΘ είναι πολύ χρήσιμες. Αλλά πρέπει να ενσωματωθούν σε μια στρατηγική δεύτερης τάξης.

Μια σημαντική συμβουλή, που πολύ σπάνια δίνεται είναι:

Μην αναλύετε τα προβλήματά σας! Ζήστε!

 

Γιατί είναι σημαντική η ψυχοθεραπεία και γιατί προτιμάμε να την ονομάζουμε προσωπική ανάπτυξη;

Ο Eugene Gendiln, ένας σπουδαίος εκπρόσωπος του ανθρωπιστικού ψυχοθεραπευτικού κινήματος, ρώτησε αν πρέπει να ονομάσουμε αυτή την προσέγγιση δεύτερης τάξης πραγματικά ψυχοθεραπεία. Η ίδια η λέξη ψυχοθεραπεία υπονοεί ότι υπάρχει κάτι που πρέπει να αντιμετωπιστεί και ότι υπάρχει κάποιος ειδικός για να το κάνει. Αλλά αυτή, όπως αναφέραμε, είναι μια αρκετά αμφίβολη προσέγγιση.

Ο Gendlin υποστηρίζει (και πολλοί άλλοι συμφωνούν) ότι το αποτέλεσμα της θεραπευτικής διαδικασίας εξαρτάται πολύ περισσότερο από την στάση του θεραπευτή και τον τρόπο που μπορεί να συσχετιστεί με ενσυναίσθηση, παρά από τη μέθοδο αυτή καθαυτή. Λέει ότι υπάρχουν τόσες πολλές μέθοδοι και τόσες πολλές εκπαιδεύσεις όσον αφορά τις θεραπευτικές παρεμβάσεις, αλλά πολύ λίγες για τη θεραπευτική στάση. Όταν ο θεραπευτής δεν έχει δουλέψει την στάση και τις νευρώσεις του, επιμένει o Gendlin, όπως έκανε και ο Freud, ο θεραπευτής τείνει να κρύβεται πίσω από ένα γραφείο ή πίσω από μια μέθοδο, απαξιώνοντας το κύριο θεραπευτικό εργαλείο: τη θεμελιώδη ανθρώπινη σχέση ως βάση για κάθε αλλαγή. Μια τέτοια στάση δεν μπορεί να αποκτηθεί σε κάποια διήμερα μαθήματα ενός Σαββατοκύριακου και γι αυτό η ουσιαστική εκπαίδευση του θεραπευτή σε όλα τα επίπεδα, παίζει τόσο κρίσιμο ρόλο στην ανθρωπιστική προσέγγιση.

    Γι αυτούς τους λόγους, οι ανθρωπιστικές ψυχοθεραπευτικές μέθοδοι έχουν έναν διαφορετικό στόχο. Ξεκινούν με την προϋπόθεση ότι είμαστε άνθρωποι με ορισμένες αξίες και μιαν αναφαίρετη αξιοπρέπεια. Δεν είμαστε μόνον αρουραίοι που τρέχουν σε έναν τροχό μέσα στο κλουβί, παρόλο που συχνά έτσι μάς φαίνεται η ζωή. Επομένως, η θεραπεία δεν  συνίσταται σε αλλαγή διάθεσης μέσα στο κλουβί. Δεν πρόκειται καν για αλλαγή του κλουβιού. Πρόκειται για τη βίωση των εσωτερικών μας αξιών, των δυνατοτήτων, των περιορισμών, της δημιουργικότητας, της χαράς και της θλίψης της ζωής. Εστιάζουμε περισσότερο στην αλλαγή του όντος παρά στην αλλαγή των καταστάσεων. Συνειδητοποιώντας ποιοι είμαστε και τι πραγματικά μάς αποτελεί, γινόμαστε ικανοί να αντιμετωπίζουμε καλύτερα τα δικά μας προβλήματα και να βρίσκουμε τις προσωπικές μας στρατηγικές γι αυτό. Κανένας θεραπευτής δεν μπορεί να το κάνει αυτό για εμάς, όμως μπορεί να μας υποστηρίξει σε αυτόν τον δρόμο. Αν και αυτό ακούγεται χρονοβόρο, είναι πιο αποτελεσματικό και πιο βιώσιμο μακροπρόθεσμα.

    Η ανθρωπιστική δηλαδή ψυχοθεραπεία είναι πολύ κοντά στην αρχαία ελληνική φιλοσοφία. Είναι πιο κοντά στην ιδέα του Σωκράτη «Την  ανεξέταστη ζωή δεν αξίζει να τη ζεις» (ὁ δὲ ἀνεξέταστος βίος οὐ βιωτὸς ἀνθρώπῳ) παρά στην σημερινή ιατρική και στην άποψη των περιοδικών ψυχολογίας. Αυτή η κατανόηση της ψυχοθεραπείας, είναι ριζικά διαφορετική από την συνηθισμένη ιδέα της θεραπείας ως επίλυσης προβλημάτων. Αυτός είναι ο λόγος που προτιμάμε να την αποκαλούμε προσωπική ανάπτυξη.


Πηγές

[1]Moncrieff, J., Cooper, R.E., Stockmann, T. et al. The serotonin theory of depression: a systematic umbrella review of the evidence. Mol Psychiatry (2022). https://doi.org/10.1038/s41380-022-01661-0

[2]Moncrieff J (2008): The Myth of the Medical Cure, Houndmills

Almohammed OA, Alsalem AA, Almangour AA, Alotaibi LH, Al Yami MS, Lai L (2022) Antidepressants and health-related quality of life (HRQoL) for patients with depression: Analysis of the medical expenditure panel survey from the United States. PLoS ONE 17(4): e0265928. https://doi.org/10.1371/journal.pone.0265928

[3]https://www.verywellmind.com/psychotherapy-4157172

[4]https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%9C%CF%80._%CE%A6._%CE%A3%CE%BA%CE%AF%CE%BD%CE%B5%CF%81

[5]Ashar YK, Gordon A, Schubiner H, et al. Effect of Pain Reprocessing Therapy vs Placebo and Usual Care for Patients With Chronic Back Pain: A Randomized Clinical Trial. JAMA Psychiatry. Published online September 29, 2021. doi:10.1001/jamapsychiatry.2021.2669